23 Μαΐου 2024

Ε. Χιώτης, Δρ. Μεταλλειολόγος Μηχανικός, Πρώην Διευθυντής ΙΓΜΕ και ΔΕΠ: “Κερδισμένοι και ζημιωμένοι της απολιγνιτοποίησης”

 

Ε. Χιώτης, Δρ. Μεταλλειολόγος Μηχανικός, Πρώην Διευθυντής ΙΓΜΕ και ΔΕΠ


Ευχαριστίες

Ευχαριστώ τους διοργανωτές για την πρόσκληση και ιδιαίτερα τον Σύλλογο Συνταξιούχων ΙΓΜΕ. Συμμετέχω στη μελέτη του λιγνιτικού ζητήματος τα τελευταία χρόνια στα πλαίσια του Φορέα πολιτιστικής και κοινωνικής δράσης «ΑΛΛΟΣ ΤΟΠΟΣ» και τους ευχαριστώ για την έμπνευση και τη συνεργασία.

 Διεθνές ενεργειακό σκηνικό

Το διεθνές ενεργειακό σκηνικό θα το χαρακτήριζα ως διάτρητο ενεργειακό παραπέτασμα μεταξύ ανατολής και Δύσης. Ζούμε σε εποχή που κυριαρχεί η λογική του παραλόγου αρκεί να εξασφαλίζονται κέρδη και η Ευρώπη να προμηθεύεται τα απαραίτητα καύσιμα. Αρκετά μας ταλαιπώρησε …… ο Αριστοτέλης με τη Λογική του. Όπως θα έλεγε ο Κλίντον, το κέρδος είναι που μετράει stupid!

Εισέβαλε η Ρωσία στην Ουκρανία; Θα τιμωρηθεί με τον τρόπο μας και θα μας πουλάει το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο σε χαμηλές τιμές ώστε να μειωθούν τα έσοδά της. Μπορείτε να φανταστείτε ….  πιο σκληρή τιμωρία;;;

Ναι, επιτρέπεται ακόμη η  διέλευση ρωσικού αερίου από την Ουκρανία, διαρκούντος του πολέμου, αρκεί να κερδίζει και η Ουκρανία και να έχει η Ευρώπη το αέριο που χρειάζεται. Και για το πετρέλαιο  τι σκέφτηκαν οι G7 και είναι περήφανοι για την επινόηση;  Έβαλαν πλαφόν στις τιμές του ρώσικου πετρελαίου. Με το μηχανισμό ανώτατου ορίου τιμής που επινόησαν πίστεψαν ότι θα διατηρούνται οι ροές ρώσικου πετρελαίου, περιορίζοντας ταυτόχρονα τα έσοδα για τα πολεμικά ταμεία του Κρεμλίνου. Πολύ σύντομα όμως μαθαίνουμε, τον Ιούλιο του 2023,  ότι  η αγορά καταστρατήγησε το πλαφόν των G7. Οι τιμές spot του ρωσικού αργού πετρελαίου ξεπέρασαν το όριο των 60 δολαρίων ανά βαρέλι που έχουν θέσει ως ανώτατο όριο τιμής οι χώρες G7.

Η καταστρατήγηση ήρθε μετά από συνεννόηση Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας που περιόρισαν την προσφορά "μαύρου χρυσού" και ανέβασαν τις τιμές. Το κοινό συμφέρον τους ένωσε.

Μη νομίσετε όμως ότι στη δυτική πλευρά του παραπετάσματος υπάρχει σύμπνοια και συνεργασία. Το αντίθετο μάλιστα. Ανατολή και Δύση βρίσκονται σε μια σκληρή κούρσα τεχνολογικού ανταγωνισμού με έπαθλο το ηλεκτρικό όχημα, τους μικρούς πυρηνικούς αντιδραστήρες και την ηλεκτρόλυση-καύση υδρογόνου. Οι ΗΠΑ μάλιστα χρηματοδοτούν πλούσια την έρευνα και εφαρμογή νέων τεχνολογιών και προσελκύουν μεγάλες εταιρίες από την Ευρώπη και την Ιαπωνία. Οι ευρωπαϊκές χώρες διαμαρτύρονται για αθέμιτο ανταγωνισμό, αλλά οι Ιάπωνες το απολαμβάνουν γιατί μετά την στρατηγική της παγκοσμιοποίησης προωθούν την λεγόμενη global localization, με δραστηριότητα στην παγκόσμια αγορά  αλλά και με παρουσία στις τοπικές αγορές και προσαρμογή των προϊόντων ή υπηρεσιών στους κατά τόπους καταναλωτές.

Και ποιος είναι ο αντίκτυπος αυτού του παραπετάσματος στην Ελλάδα; Τον βλέπουμε στο  Λακωνικό Κόλπο, ο οποίος αναδείχθηκε σε προπύργιο για το ρώσικο πετρέλαιο.


Με το αζημίωτο βέβαια, ανθεί το λαθρεμπόριο του ρωσικού πετρελαίου. Με πολλά δις διαφυγόντα έσοδα. Αδιαμαρτύρητα και με συγκατάβαση. Εδώ δεν μπαίνει θέμα ανοχής και διαφθοράς, ούτε κατά διάνοια. Αυτά εξ άλλου γίνονται και αλλού. Και στις καλλίτερες χώρες-Μέλη.

Όσο για το υγροποιημένο φυσικό αέριο αφήστε το ελεύθερο. Να έρχεται από την αρκτική Ρωσία με καράβια στο Βέλγιο, στη Γαλλία και την Ισπανία, και τα έντιμα αυτά μέλη της ΕΕ να το εμπορεύονται με τις υπόλοιπες χώρες-μέλη, αλλά με δικά τους καράβια για να χάνεται η ρώσικη προέλευση.

 

Η Ελληνική ενεργειακή πολιτική

Ας έρθουμε τώρα στην ελληνική ενεργειακή πολιτική. Η χώρα ομφαλοσκοπεί και έχει αναγάγει σε γόρδιο δεσμό ένα απλό οικονομοτεχνικό θέμα, την απολιγνιτοποίηση,  με αυτονόητη επίλυση, αν αυτό που μετράει είναι η ανεμπόδιστη αντικειμενική τεκμηρίωση. Φέρνει όμως δάφνες περιβαλλοντικής ευαισθησίας στο προσκήνιο και μεταφέρει κέρδη στο φυσικό αέριο στο παρασκήνιο. Και αυτό μόνο αν προχωρήσει γρήγορα η απολιγνιτοποίηση, γιατί σε πέντε με δέκα χρόνια και το φυσικό αέριο θα υποχωρήσει, όχι όμως το πετρέλαιο.

Και το σημαντικό είναι ότι κάτι που είναι στη σωστή κατεύθυνση, η διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, γίνεται με λάθος τρόπο. Μοιράστηκαν χωρίς τον απαραίτητο ενεργειακό σχεδιασμό άδειες και επιδοτήσεις για ΑΠΕ για να είναι όλοι ευχαριστημένοι και να καταγράφονται ρεκόρ. Αναφέρονται μάλιστα στην εγκατεστημένη ισχύ για εντυπωσιασμό με μεγάλους αριθμούς, αλλά η ενεργειακή απόδοση είναι πολύ μικρότερη. 15 έως 20% για τα φωτοβολταϊκά και 25 έως 30% για τις ανεμογεννήτριες. Και ήρθε η στιγμή της αλήθειας. Τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας δεν επαρκούν για τη μεταφορά από τις μονάδες ΑΠΕ στη κατανάλωση.

 

Τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας στο χρηματιστήριο με το ευρωπαϊκό μοντέλο (target model)

Στην ελεύθερη αγορά ενέργειας, για την ακρίβεια απορυθμισμένη αγορά (deregulated), η παραγωγή γίνεται από ιδιωτικές εταιρίες, τα δίκτυα διανομής ελέγχονται από ανεξάρτητες αρχές και η τιμολόγηση γίνεται στο χρηματιστήριο ενέργειας με τιμές σε χρονικές υποδιαιρέσεις της ημέρας. Τα πάντα παίζονται σε χρηματιστήρια, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, τα δικαιώματα  εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα ή οι τιμές του φυσικού αερίου. Η χονδρική τιμή στην ΕΕ διαμορφώνεται χρηματιστηριακά με κοινό ευρωπαϊκό μοντέλο (target model) και λογισμικό. Στην Ελλάδα, μάλιστα εφαρμόζεται τιμολόγηση σε ωριαία βάση, έχουμε δηλαδή 24 ωριαίες τιμές χονδρικής την ημέρα. Ο σχεδιασμός τιμολόγησης επαινείται με  δύο βασικές παραδοχές που δεν ισχύουν απαραίτητα. Πρώτη είναι  ότι υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ των παραγωγών προς όφελος της κατανάλωσης. Στην Ελλάδα όμως με πέντε-έξι παραγωγούς η αγορά είναι ολιγοπώλιο, με αποτέλεσμα την επικράτηση απροσδόκητων ή «ουρανοκατέβατων» κερδών, όπως έχει επισημάνει επανειλημμένα η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, με επιβολή μάλιστα για μεγάλο διάστημα διοικητικά ρυθμιζόμενων τιμών.

Δεύτερη προβληματική παραδοχή του μοντέλου είναι ότι οι παραγωγοί υποβάλλουν προσφορές ανάλογα με το κόστος τους. Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι ότι προηγείται η φθηνότερη προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά οι επόμενες που ακολουθούν είναι αυτές που διαμορφώνουν την τιμή στο χρηματιστήριο ενέργειας. Βασικός κανόνας είναι ότι όσες προσφορές γίνονται αποδεκτές, και οι φθηνότερες και οι ακριβότερες, αγοράζονται στην ίδια ωραία τιμή, την ακριβότερη αποδεκτή τιμή, τη λεγόμενη οριακή τιμή. Μόλις δηλαδή ικανοποιηθεί πλήρως η ζήτηση, όλοι λαμβάνουν την τιμή του τελευταίου ακριβότερου παραγωγού από τον οποίο αγοράστηκε ηλεκτρική ενέργεια.

Στη πράξη το μοντέλο αυτό αφήνει περιθώριο στους παραγωγούς να πωλούν πολύ πάνω από το κόστος τους στις περιόδους αιχμής ή και ευκαιριακά, αλλά έχει και το αντίστροφο αποτέλεσμα, να αμείβονται δηλαδή με χαμηλές ή και αρνητικές τιμές σε περιόδους υπερπροσφοράς. Πάντως, όταν ευνοούν οι περιστάσεις, τίποτε δεν εμποδίζει υπερβολικές προσφορές κατά πολύ ανώτερες του κόστους και το ζήσαμε κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης με πλασματικές τιμές φυσικού αερίου  TTF, κατά πολύ ακριβότερες από αυτές των μακροχρόνιων συμβάσεων, για κερδοσκοπικούς σκοπούς.

Ας δούμε ένα πρόσφατο παράδειγμα τιμολόγησης στο Ελληνικό Χρηματιστήριο την πρωτομαγιά που μας πέρασε. Με καλή ηλιοφάνεια και ευνοϊκούς ανέμους τις δεκαοκτώ πρώτες ώρες είχαμε καλή ενεργειακή απόδοση και μεγάλη συμμετοχή των ΑΠΕ. Τις πρώτες εννέα ώρες οι τιμές ήταν χαμηλές. Τις επόμενες εννέα ήταν μηδενικές λόγω υπερπροσφοράς και θα μπορούσαν να είναι και αρνητικές. Τέλος, τις επόμενες έξι ώρες οι τιμές ανέβηκαν και μάλιστα για λίγες ώρες αρκετά πάνω από το κόστος.

Γράφημα 1. Τιμές προ - ημερήσιας αγοράς για παράδοση την 1η Μαΐου 2024.

Στις 13 Μαΐου διαβάζουμε στο EnergyPress, μια σπουδαία ενεργειακή Πύλη, «Έφτασαν και στην τσέπη των παραγωγών ΑΠΕ οι αρνητικές τιμές – Για πρώτη φορά στην εκκαθάριση Απριλίου καλούνται να…πληρώσουν για την παραγωγή που διέθεσαν στο σύστημα».

Είναι ευχάριστα τα νέα αυτά για τους καταναλωτές; Όχι βέβαια. Πόσο θα αντέξουν οι μικρότερες μονάδες; Αργά ή γρήγορα θα χρεωκοπήσουν,  οι ζημιές θα μεταφερθούν στις τράπεζες που τους δάνεισαν και οι μεγάλοι που θα επιβιώσουν θα συνεχίσουν με μικρότερο ανταγωνισμό και μεγαλύτερη άνεση στα δίκτυα. Στη γλώσσα του μάρκετινγκ θα έχουμε κανιβαλισμό των μικρών μονάδων από τις μεγάλες, παρόμοια με τον κανιβαλισμό των λιγνιτικών μονάδων από το φυσικό αέριο.

Και το φαινόμενο αυτό επιβεβαιώνει καθαρά αδυναμία της ενεργειακής πολιτικής με πληθώρα επιδοτούμενες επενδύσεις, αναντίστοιχες με τη ζήτηση. Αντίθετα με τις προβλέψεις για αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας έχουμε στασιμότητα έως  μείωση, ως αποτέλεσμα της αποβιομηχάνισης, γεγονός απότοκο της ακριβής ενέργειας στη βιομηχανία. Γράφει η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ σε άρθρο της Χρύσας Λιάγγου, έγκριτης δημοσιογράφου με ειδίκευση στην ενέργεια: «Δυσβάστακτο το ενεργειακό κόστος για την ελληνική βιομηχανία. Είναι διπλάσιο σε σχέση με τη Γερμανία και τριπλάσιο από τη Γαλλία».

Τα πνεύματα και οι καιροί αλλάζουν και κάποιοι αποκαλούν εθνική μας βιομηχανία τον τουρισμό. Δεν γνωρίζω αν πρόκειται για στροφή στην οικονομία ή για διαστροφή αντιλήψεων. Μου θυμίζουν πάντως πηγαδάκια που κάναμε ως σπουδαστές και λέγαμε ότι με την Ελλάδα στην ΕΟΚ θα γίνουμε γκαρσόνια της Ευρώπης. Γλυτώσαμε ευτυχώς γιατί περισσεύουν εισαγόμενοι εργαζόμενοι.

 


Γράφημα 2. Τάση αύξησης της μεγίστης ημερήσιας τιμής, συναρτήσει του ποσοστού συμετοχήςτου φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα.

Ένα άλλο φαινόμενο σχετικό με το φυσικό αέριο είναι ότι με την αύξηση της συμμετοχής του στο ενεργειακό μείγμα αυξάνεται και η μέγιστη τιμή ενέργειας στο 24ωρο, όπως φαίνεται στο Γράφημα 2, ενώ θα περίμενε κανείς το αντίθετο από οικονομίες κλίμακος. Απλά, όταν το φυσικό αέριο επικρατεί στο ενεργειακό μείγμα, ελέγχει την αγορά και λειτουργεί προς όφελός του.

Με δυο λόγια το φυσικό αέριο στο ενεργειακό μείγμα, που υπερβαίνει συχνά στην Ελλάδα το 30% και φθάνει και στο 50%, είναι το καύσιμο που δεσπόζει στην αγορά. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν έχει μικρότερο κόστος παραγωγής από το λιγνίτη μπορεί να επιβάλλει με τον όγκο του τιμές χονδρικής αρκετά μεγαλύτερες από το κόστος λιγνιτικής ηλεκτρικής ενέργειας. Η μέγιστη τιμή ενέργειας από φυσικό αέριο κάποιες ώρες του 24ώρου μπορεί να είναι δύο και τρείς φορές υψηλότερη από τη μέση ημερήσια τιμή. Τι σημασία έχει αν το φυσικό αέριο είναι φθηνότερο από το λιγνίτη, όταν μπορεί να επιβάλλει υψηλότερες τιμές; Φυσικά η συμμετοχή του λιγνίτη στο μείγμα θα ήταν ένα ανάχωμα των υπερβολικών τιμών.

Βέβαια, το Γράφημα 2 δίνει μια ενδεικτική τάση, γιατί οι οριακές τιμές εξαρτώνται από πολλούς άλλους ετερόκλητους και απρόβλεπτους παράγοντες, όπως οι κλιματικές συνθήκες, η ζήτηση της αγοράς, οι τιμές εισαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από γειτονικές χώρες που ορισμένες δεν καταβάλλουν δικαιώματα εκπομπών, η επάρκεια σε φυσικό αέριο, η ζήτηση αερίου στην Ασία, ο εμπορικός αποκλεισμός της Ρωσίας, οι πολεμικές επιχειρήσεις, η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ και άλλα. Με το λιγνίτη τα πράγματα είναι προβλέψιμα. Δεν υπονοώ βέβαια να επιμείνουμε μελλοντικά στο λιγνίτη, τον χρειαζόμαστε όμως ως ασφαλές καταφύγιο για πέντε με δέκα χρόνια, ως λύση ανάγκης

 Ρήτρα δανεισμού της ΔΕΗ με στοίχημα τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.

Οι λιγνιτικές έρευνες του ΙΓΜΕ είναι ένα γεωλογικό έπος, με πολυάριθμους αγωνιστές της επιστήμης και της τεχνικής επί δεκαετίες, χάρις στους οποίους έχουμε σήμερα πλήρη γνώση του λιγνιτικού δυναμικού της Χώρας. Δυναμικό που αξιοποιήθηκε από την κρατική ΔΕΗ για τον εξηλεκτρισμό και τη βιομηχανική ανάπτυξη. Δυστυχώς, όμως το έπος αυτό κλείνει ως τραγωδία τις ημέρες μας. Το Σεπτέμβριο του 2019 ανακοινώθηκε η  απόφαση για πλήρη απεξάρτηση της Ελλάδας από τον λιγνίτη ως το 2028 το αργότερο.

Ήταν περίοδος οικονομικής ύφεσης και το φυσικό αέριο σε  χαμηλές τιμές, κάτω από τα 10 ευρώ. Η απόφαση θα είχε νόημα, αν οι χαμηλές τιμές παρέμεναν σταθερές για  μια δεκαετία, πράγμα αδιανόητο για ορυκτές πρώτες ύλες που ακολουθούν πιστά τους οικονομικούς κύκλους ύφεσης και ανάκαμψης και τους κανόνες κερδοφορίας της αγοράς. Πράγματι, μετά την απόφαση απολιγνιτοποίησης ακολούθησε ανοδική τάση τιμών του φυσικού αερίου με έκρηξη των τιμών επί μακρόν.

Μια παράπλευρη οικονομική απώλεια της απολιγνιτοποίησης αποτυπώνεται στην ετήσια Οικονομική Έκθεση 2023 της ΔΕΗ. Οι  δανειακές συμβάσεις περιλαμβάνουν γενικά μεταξύ άλλων και ρήτρα μείωσης εκπομπών CO2. Για παράδειγμα, κάποιες προέβλεπαν μείωση κατά 40% μέχρι το Δεκέμβριο του 2022 με έτος βάσης το 2019.  Η συμβατική δέσμευση συνδέεται προφανώς με την πολιτική απολιγνιτοποίησης. Η ρήτρα αυτή δεν επιτεύχθηκε λόγω των μέτρων για την ενεργειακή επάρκεια της χώρας που επέβαλε την επιστροφή στο λιγνίτη. Η  μη επίτευξη του στόχου είχε ως αποτέλεσμα  σημαντική αύξηση του επιτοκίου κατά μισή εκατοστιαία μονάδα από τον Ιούνιο 2023, εις βάρος βέβαια των καταναλωτών.

Ουσιαστικά,  στα τραπεζικά δάνεια που συνάπτει η ΔΕΗ στοιχηματίζει κατά κάποιο τρόπο για τις περιβαλλοντικές της επιδόσεις. Τα χρηματιστήρια και οι τράπεζες ελέγχουν εντέλει την ενεργειακή οικονομία. Άραγε μήπως και η αποχή του λιγνίτη από το ενεργειακό μείγμα επί ένα μήνα τώρα σχετίζεται με κάποια  τραπεζική δέσμευση;

 Προσωρινή επιστροφή στο λιγνίτη

 Τον Απρίλη 2022 ανακοινώθηκαν διορθωτικές παρεμβάσεις  στην ενεργειακή πολιτική με αύξηση της συμμετοχής του λιγνίτη, αλλά με τη διαβεβαίωση ότι σε καμία περίπτωση δεν θα τεθεί σε αμφισβήτηση η μείωση των αεριών θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030.

 Παλινωδίες στο χρονοδιάγραμμα απολιγνιτοποίησης

Κεντρικό θέμα στην πολιτική απολιγνιτοποίησης είναι το κόστος της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από την υπερσύγχρονη λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα 5 που λειτούργησε για πρώτη φορά το 2023. Με βάση τα πραγματικά δεδομένα από τη λειτουργία των σταθμών με καύσιμο λιγνίτη ή φυσικό αέριο υπολογίσαμε το συγκριτικό κόστος που περιλαμβάνει τις δυο σημαντικότερες συνιστώσες, το κόστος καυσίμου και των δικαιωμάτων εκπομπής. Τα αποτελέσματα συνοψίζονται στον Πίνακα. Συμπεραίνεται ότι για τις τρέχουσες τιμές αερίου και δικαιωμάτων η Πτολεμαΐδα 5, όπως αναμενόταν, είναι ακριβότερη από τον υπερσύγχρονο σταθμό φυσικού αερίου Αγίου Νικολάου που πρωτολειτούργησε το 2023, αλλά είναι κοστολογικά εφάμιλλη των υπόλοιπων σταθμών φυσικού αερίου.


Εκτιμήσεις συγκριτικού κόστους με βάση τις τρέχουσες τιμές

φυσικού αερίου και δικαιωμάτων (15/5/24)

 

Σταθμός

Συγκριτικό κόστος (€/MWh)

Παλιοί σταθμοί φυσικού αερίου

88

Πτολεμαΐδα 5

90

Νέος σταθμός  φυσικού αερίου

73

 Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει τις πρώτες εκτιμήσεις, καθώς μελέτη προσομοίωσης του ΕΜΠ, λαμβάνοντας υπόψη κόστος δικαιωμάτων  80€/τόνο CO2  έναντι 70€/τόνο CO2, εκτιμά μεταβλητό κόστος της Πτολεμαΐδας 5 σε 100€/MWh,  συντριπτικά χαμηλότερο από τις επίσημες εκτιμήσεις και στα ίδια επίπεδα με τους προηγούμενους υπολογισμούς μας.

Επίσης, με βάση τα στοιχεία λειτουργίας του νέου σταθμού ο προκάτοχος Υπουργός ΠΑΝ κύριος Κώστας Σκρέκας είχε δηλώσει το Φεβρουάριο 2023:  “Αδιαπραγμάτευτη επιλογή μας η Πράσινη Μετάβαση - Η Πτολεμαΐδα 5 μας δίνει χρόνο και θωρακίζει και την ενεργειακή μας επάρκεια” και επεξήγησε ότι : « Η Πτολεμαΐδα 5» είναι μονάδα πολύ πιο εξελιγμένη σε σχέση με τις παλαιότερες λιγνιτικές μονάδες της χώρας, καθώς για να παράγει μια λιγνιτική μεγαβατώρα χρησιμοποιεί ενάμιση τόνο λιγνίτη χαμηλής θερμικής αξίας, έναντι 2,2 τόνων λιγνίτη που χρησιμοποιούν οι υφιστάμενες μονάδες. Έχει κόστος λιγνίτη 30 ευρώ/MWh, έναντι 45 ευρώ που έχει μια υφιστάμενη μονάδα και παράγει έναν τόνο διοξείδιο του άνθρακα, σε σχέση με 1,4 τόνους που παράγεται τώρα. Οι παλιές μονάδες έχουν κόστος άνθρακα 120 ευρώ και αυτή 90. Η νέα μονάδα που ήδη λειτουργεί, μπορεί να ανταγωνιστεί υφιστάμενες μονάδες φυσικού αερίου και άρα μπορεί να λειτουργήσει και όταν οι τιμές του φυσικού αερίου είναι σε χαμηλότερα επίπεδα από τα σημερινά. Άρα μας δίνει χρόνο για τη δίκαιη μετάβαση και φυσικά θωρακίζει και την ενεργειακή μας επάρκεια, καθώς θα παραμείνει ως «στρατηγική εφεδρεία» μετά το 2028».

Πρόσφατα υποστηρίχθηκε ότι ο λιγνίτης είναι το πιο ακριβό καύσιμο σήμερα στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας και για αυτό πρέπει να αποσυρθεί, με βάση στοιχεία κόστους και τις Ευρωπαϊκές δεσμεύσεις της Χώρας. Εντούτοις, τα στοιχεία κόστους που αναφέρθηκαν δεν περιλαμβάνουν το σταθμό Πτολεμαΐδα 5 και κυρίως δεν αξιολογείται η ενεργειακή ασφάλεια που παρέχει ο λιγνίτης.

 Τα περί Δίκαιης Μετάβασης

Το αναλγητικό για την απολιγνιτοποίηση στην Ελλάδα ήταν οι υποσχέσεις δίκαιης ενεργειακής μετάβασης με χρηματοδότηση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Μετά από πέντε χρόνια πλέον, η απολιγνιτοποίηση και η δίκαιη μετάβαση παραμένουν ακόμη στα σχέδια.

Στις λιγνιτικές περιοχές περιμένουν ακόμη την υλοποίηση των υποσχέσεων. Τον Οκτώβρη του 2023, σε άρθρο με τον τίτλο «Το στοίχημα των 1,63 δις για τις λιγνιτικές περιοχές»  επισημαίνεται ότι επί τέλους η Ελλάδα καλείται να αξιοποιήσει τους διαθέσιμους πόρους. Ήμασταν δηλαδή ακόμη στην αρχή.

Τον Δεκέμβρη 2023 ανακοινώθηκε «ότι στόχος της κυβέρνησης είναι να υπάρξει η μέγιστη ταχύτητα, ευελιξία και αποτελεσματικότητα, έτσι ώστε να μη χαθεί ούτε ένα ευρώ από τους διαθέσιμους πόρους».

Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι έχει εξειδικευτεί το 49% του προγράμματος με προϋπολογισμό 791 εκατ. ευρώ επί συνολικού ύψους 1,6 δισ. ευρώ. Παραμένουμε λοιπόν στο μέσον της αρχικής φάσης.

Τη δίκαιη μετάβαση την αντιλαμβάνομαι και με  ένα δεύτερο απλό τρόπο, ότι δηλαδή οι κανόνες που συμφωνούνται πρέπει να εφαρμόζονται από όλους τους ρυπαίνοντες. Αποκαλύπτεται όμως  από τον Guardian ότι οι μισές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρώπη γίνονται από μια «αριστοκρατία» τριάντα βιομηχανιών στις οποίες χορηγούνται δωρεάν άδειες. Έτσι, καταστρατηγείται η αρχή βάσει της οποίας επιβάλλονται τα δικαιώματα εκπομπών «αυτός που μολύνει πληρώνει». Μοιράζονται δηλαδή στη μέση οι ρυπαίνοντες, σε όσους πληρώνουν και στους «βαρόνους»  που απαλλάσσονται (Γράφημα 3). Καταγγέλλεται επίσης ότι οι ευνοημένες εταιρίες αποκομίζουν ενίοτε κέρδη από τις πωλήσεις αδειών που τους περισσεύουν. 





Γράφημα 3. Έσοδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από πωλήσεις και μη εισπραχθέντα ποσά από δωρεάν παροχές δικαιωμάτων εκπομπών. Διάγραμμα: Guardian,  Πηγή: WWF.

 Χωρίς δωρεάν άδειες η ΔΕΗ, αλλά και χωρίς εκσυγχρονισμό των λιγνιτικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής για δεκαετίες, ήταν καταδικασμένη σε μαρασμό αφού αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον εγχώριο λιγνίτη προς όφελος του ακριβού εισαγόμενου φυσικού αερίου.

Η επιλογή αυτή έπληξε πολύ περισσότερο την Ελλάδα από τις βιομηχανικές χώρες της ΕΕ και υποκρύπτει υστεροβουλία της Γερμανίας, γιατί προστάτεψε τη βαριά της βιομηχανία,  ενώ για την ηλεκτρική ενέργεια πίστευε πως θα είχε διαθέσιμο το φθηνό φυσικό αέριο της Ρωσίας.

 Η συμμετοχή Δημοτικών Επιχειρήσεων στις επενδύσεις ΑΠΕ

Ένα θέμα που προέκυψε πρόσφατα είναι η τοποθέτηση φωτοβολταϊκών σε λίμνες ή ταμιευτήρες φραγμάτων. Διάβασα στον τύπο προχθές, ότι το ζήτημα έχει πάρει διαστάσεις στον Δήμο Αγράφων, στον οποίο η τοπική κοινωνία αισθάνεται ότι μετατρέπεται σε «μπαταρία» της υπόλοιπης Ελλάδας.

«Πριν από τρία χρόνια, λέγει ο Δήμαρχος, μας προσέγγισε μια εταιρεία και μας είπε ότι θα προτείνει να τοποθετήσει φωτοβολταϊκό στη λίμνη. Τους εξηγήσαμε ότι στο σημείο που τους ενδιαφέρει έχουμε φτιάξει ιστιοπλοϊκό όμιλο, προβλήτες και διοργανώνονται βαρκάδες, σαν κομμάτι ενός συνολικού οικοτουριστικού προϊόντος», λέει ο δήμαρχος. «Εκείνοι μας απάντησαν ότι αυτό το σημείο τους βολεύει για τη σύνδεση με το δίκτυο της ΔΕΗ. Ξαφνικά, χωρίς να ρωτηθούμε από κανέναν, ο τότε υπουργός Κώστας Σκρέκας έβγαλε μια υπουργική απόφαση και επέτρεψε πλωτά φωτοβολταϊκά σε τεχνητές λίμνες. Εμείς πήραμε απόφαση με το δημοτικό συμβούλιο πριν από λίγες ημέρες ότι εμμένουμε στην αντίθεσή μας. Για να γίνει η τεχνητή λίμνη ξεσπιτώθηκαν άνθρωποι, βυθίστηκαν μνημεία. Τώρα θα πρέπει να θυσιάσουμε εκ νέου αυτό που έχουμε μόλις φτιάξει για την ανάπτυξη της περιοχής μας;».

Καταλαβαίνω την αγανάκτηση, αλλά και την υπερβολή. Τι να πουν οι λιγνιτικές περιοχές;

Δεν είναι δυνατόν, όμως, η όποια κυβέρνηση να αδειοδοτεί περιοχές της τοπικής αυτοδιοίκησης για όποια επιχειρηματική δράση, απουσία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Και δεν εννοώ ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να ερωτηθούν και να συμφωνήσουν. Αυτό είναι το ελάχιστο. Διαθέτουν δημοτικούς φυσικούς πόρους χωρίς τους οποίους δεν μπορεί να γίνει η επένδυση. Δικαιούνται συνεπώς η παραχώρηση των πόρων αυτών να αναγνωρισθεί ως συμμετοχή τους στην επένδυση και να απαιτήσουν η συμμετοχή τους αυτή να αναγνωριστεί με ποσοστό της εταιρίας του επενδυτή. Ως εταιρική συμμετοχή των Δήμων θα μπορούσε να θεωρηθεί και η ηλεκτρική γραμμή σύνδεσης με το εθνικό δίκτυο.

Πιστεύω ότι η συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης στις ενεργειακές επενδύσεις με μικρότερες μονάδες ανανεώσιμης ενέργειας, της τάξεως των 100 μεγαβάτ για τοπική κατανάλωση, θα είναι καλλίτερη ως λύση αντί για τις μεγάλες μονάδες για υπερτοπική κατανάλωση. Και το λέω αυτό εντυπωσιασμένος, γιατί η στρατηγική αυτή υλοποιείται ήδη στη Γερμανία. Στη Λειψία ο Δήμος μετέτρεψε παλιό λιγνιτικό σταθμό σε σταθμό «έτοιμο για υδρογόνο», χάρις σε νέους αεριοστροβίλους της Ζήμενς. Έχει πλέον απλουστευτεί η τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής, η απαιτούμενη επένδυση είναι πολύ μικρότερη, ιδίως όταν υποστηριχθεί και από το τοπικό κρατίδιο όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, και ως λύση είναι καθαρή. Η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση στη Γερμανία έχει ξεκινήσει ήδη την κατασκευή δικτύου υδρογόνου που θα τροφοδοτήσει παρόμοιες μονάδες. Αυτή είναι η δίκαιη μετάβαση που αξίζει στα λιγνιτικά κέντρα Δυτικής Μακεδονίας και Μεγαλόπολης.

Αντί λοιπόν να περικόπτεται η ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ θα αξιοποιείται για ηλεκτρόλυση και παραγωγή υδρογόνου. Πολλοί σταθμοί μικρότερης ισχύος θα αμβλύνουν και το πρόβλημα δικτύων.
Δημοτικός σταθμός ηλεκτροπαραγωγής στη Λειψία από μετατροπή λιγνιτικού σταθμού.

Τα λιγνιτικά αποθέματα

Ένα σοβαρό θέμα που θα πρέπει να μας απασχολεί από τώρα είναι η πιθανή μελλοντική αξιοποίηση των μεγάλων αποθεμάτων λιγνίτη. Έχουν διατυπωθεί πολλές προτάσεις. Επεξεργάζομαι και εγώ πρόταση σε διαφορετική κατεύθυνση, την οποία ελπίζω να είμαι σε θέση να παρουσιάσω σύντομα.

 Κατεβάστε την παρουσίαση σε PDF

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου